Υπογονιμότητα και μικροβίωμα κόλπου
Πολλές γυναίκες έρχονται καθημερινά αντιμέτωπες με το πρόβλημα της υπογονιμότητας (καθ’ έξιν αποβολές, αποτυχημένες εμβρυομεταφορές, αδυναμία σύλληψης). Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (Π.Ο.Υ) αναφέρει την υπογονιμότητα ως μία «κοινωνική αναπηρία», η οποία επηρεάζει 10-16% των ατόμων που βρίσκονται σε κατάλληλη ηλικία τεκνοποίησης. Οι Ιατρικά Υποβοηθούμενες Αναπαραγωγικές Τεχνολογίες (Assisted reproductive technologies – ART) αποτελούν τις πιο διαδεδομένες τεχνικές για την θεραπεία της υπογονιμότητας, ωστόσο, η αποτελεσματικότητά τους είναι αρκετά χαμηλή (περίπου 25-35% των περιπτώσεων).
Αιτίες
Α. Άγχος
Στις μέρες μας, πολλά ζευγάρια δεν επιθυμούν να αποκτήσουν παιδιά (π.χ λόγω εργασιακής σταδιοδρομίας) και εάν αποφασίσουν να τεκνοποιήσουν, επιθυμούν να συλλάβουν σε μικρό χρονικό διάστημα, γεγονός που επιφέρει υψηλά επίπεδα άγχους. Άλλοι παράγοντες που ενδέχεται να αυξήσουν το στρες είναι, φυσικά, και το αίσθημα ανικανότητας που νιώθει μία γυναίκα όταν δεν μπορεί να γίνει μητέρα αλλά και η συνεχής προσπάθεια σύλληψης με αρνητικά αποτελέσματα ή οι πολλαπλές αποβολές. Ταυτόχρονα, το άγχος που δημιουργείται σε συνδυασμό με την ψυχοφθόρα κατάσταση που αντιμετωπίζει η γυναίκα αποτελεί σημαντικό παράγοντα αναχαίτισης μιας πιθανής εγκυμοσύνης.
Β. Προβλήματα υγείας
Εκτός από την ψυχολογική και συναισθηματική κατάσταση της εν δυνάμει μητέρας, σημαντικό ρόλο για την υπογονιμότητα παίζει και η φυσική υγεία. Η μοντέρνα ιατρική έχει αναγνωρίσει αρκετούς παράγοντες που σχετίζονται με την αδυναμία τεκνοποίησης όπως:
- Η ενδομητρίωση
- Το σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών
- Οι φλεγμονές της πυέλου και των έσω γεννητικών οργάνων, οι οποίες προκαλούνται συνήθως από μικρόβια (χλαμύδια ή γονόκοκκο), τα οποία μέσω του κόλπου και του τραχήλου εγκαθίστανται στη μήτρα και τις σάλπιγγες
- Διαταραχές στο κύκλο ωορρηξίας, οι οποίες μπορεί να οφείλονται είτε σε προβλήματα στη ρύθμιση των αναπαραγωγικών ορμονών από τον υποθάλαμο ή την υπόφυση είτε σε προβλήματα στην ίδια την ωοθήκη.
- Ανατομικές ανωμαλίες μήτρας (ινομυώματα, δυσπλασίες μήτρας, στένωση ή απόφραξη του τραχήλου)
Μικροβίωμα κόλπου
Η φυσιολογική βακτηριακή χλωρίδα του κόλπου αποτελεί ένα περίπλοκο περιβάλλον, το οποίο μπορεί να αλλάξει υπό την επίδραση μιας πληθώρας παραγόντων, όπως η ηλικία, η ορμονολογική κατάσταση και η σεξουαλική δραστηριότητα της γυναίκας και η χρήση φαρμακευτικής αγωγής και εξωτερικών ουσιών. Ο τράχηλος της μήτρας είναι μία περιοχή - δίοδος για βακτήρια από τον κόλπο προς τη μήτρα. Ανάμεσα σε αυτά, οι Λακτοβάκιλλοι, ένα σημαντικό κομμάτι του κολπικού μικροβιώματος, σταθεροποιούν το ευαίσθητο περιβάλλον του κόλπου. Η παρουσία τους έχει επιβεβαιωθεί και στο γεννητικό σύστημα των ανδρών και στο σπέρμα.
Σε τελευταίες μελέτες έχει αναδειχθεί ότι η αλλαγή της σύστασης του μικροβιακού περιβάλλοντος στον κόλπο μπορεί να επιφέρει προβλήματα και ανωμαλίες στην γονιμότητα της γυναίκας. Η μικροχλωρίδα του κόλπου είναι άκρως σημαντική για την προεμφυτευτική διαδικασία και επηρεάζει την διατήρηση της εγκυμοσύνης. Θεωρείται ότι οι αλλαγές στο μικροβίωμα του κόλπου και του εντέρου που λαμβάνουν χώρα κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης καθιστούν το έμβρυο ικανό να λαμβάνει ενέργεια από το αίμα της μητέρας.
Αλλαγές στο μικροβίωμα του κόλπου
- Οι Λακτοβάκιλλοι έχουν σαφή προστατευτικό ρόλο στο μικροβίωμα και η μείωση τους ενδέχεται να σχετίζεται με αποτυχημένες εμβρυομεταφορές.
- Η δυσβίωση του ενδομήτριου μπορεί να προκαλέσει αποτυχία της in vitro γονιμοποίησης (In Vitro Fertilization - IVF)
- Ένα αλλοιωμένο περιβάλλον μικροβίων του κόλπου ενδέχεται να οδηγήσει σε χρόνια φλεγμονή του ενδομητρίου, συμπεριλαμβανομένης και της ενδομητρίωσης, που με τη σειρά τους μπορεί να προκαλέσουν πολλαπλές αποτυχίες εμφύτευσης. Είναι αποδεδειγμένο ότι γυναίκες με ανώμαλη σύνθεση του κολπικού μικροβιώματος εμφανίζουν έως και 1.4 φορές χαμηλότερη πιθανότητα εγκυμοσύνης μετά τη χρήση Ιατρικών Υποβοηθούμενων Αναπαραγωγικών Τεχνολογιών σε σχέση με γυναίκες που διαθέτουν φυσιολογική σύσταση μικροχλωρίδας.
- Επιπλέον, σύμφωνα με αρκετές μελέτες, το 19% των γυναικών που εμφανίζουν υπογονιμότητα έχουν διαγνωσθεί με βακτηριακή κολπική λοίμωξη. Η κολπίτιδα βακτηριακής αιτιολογίας (Bacterial vaginosis – BV) ενδέχεται να επηρεάσει αρνητικά την εμφάνιση κύησης κατά την in vitro γονιμοποίηση (In Vitro Fertilization - IVF). Μόνο το 9% των γυναικών με κολπίτιδα βακτηριακής αιτιολογίας (Bacterial vaginosis – BV) έχουν κυοφορήσει επιτυχώς μετά από χρήση Ιατρικών Υποβοηθούμενων Αναπαραγωγικών Τεχνολογιών.